Δημόσια προβλήματα: Θεαματική διαχείρηση vs εκκωφαντικής συγκάλυψης

Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει προκληθεί -και πολύ ορθώς φυσικά- σάλος με την καθαρίστρια του δημοσίου που καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη και οδηγήθηκε στη φυλακή επειδή είχε πλαστογραφήσει απολυτήριο Δημοτικού ( συγκεκριμένα όλος ο καυγάς αφορούσε σε μια μονάχα τάξη) . Το θέμα ανέβηκε πολύ γρήγορα στην κορυφή της επικαιρότητας, έπαιξε στα μέσα, προκάλεσε γενική κατακραυγή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έγινε θέμα πολιτικού σχολιασμού από ριζοσπαστικές αριστερές και αναρχικές ομάδες ως ζήτημα που αποκαλύπτει την ταξική φυση της δικαιοσύνης, απασχόλησε κύκλους δικαστικών που προέβησαν σε διάφορες δηλώσεις σχετικά με τις δυνατότητες-ή μη- υπέρβασης των νομικών προβλέψεων, κατέστη όπως συμβαίνει διαρκώς επίκεντρο πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς και πως αυτό θίγεται ή όχι, και ενεργοποίησε τα τάχιστα αντανακλασικά της κορυφής της ιεραρχίας του δικαστικού μηχανισμού ώστε να βρεθεί έξω η καθαρίστρια με αναίρεση της απόφασης Εφετείου. Μόνο και μόνο η καταιγιστική μιντιακή κάλυψη της υπόθεσης (από ένα σημείο και μετά) η επιλογή της τοποθέτησης του προσωπικού δράματος ως επίκεντρο της ιστορίας, οι συνεντεύξεις μελών της οικογενείας και ιδιαιτέρως των παιδιών, η δραματική μουσικη των ρεπορταζ και η τσακισμένη φωνή των εκφωνητών/τριών αναδεικνύουν σε πρώτη φάση το πως το όλο θέμα αυτομάτως αναγάγεται σε μια ιστορία-προϊόν συναισθηματικής φόρτισης και συγκινησιακόυ χαρακτήρα. Η δε ενεργοποίηση φωνών του πολιτικού και δικαστικού κόσμου αναδεικνύει μια επίμονη προσπάθεια να καταστεί το θέμα ως μια περιστασιακή, μεμομένη περίπτωση που αναδεικνύει τις υποτιθέμενες δυσλειτουργίες του νομοθετικού/δικαστικού συστήματος.
Γίνονται εύκολα αντιληπτό ότι αυτή η επιμονη δεν είναι καθόλου τυχαία καθώς όλο το επίσημο καθεστωτικό φάσμα: ΜΜΕ, πολιτικά κόμματα, δικαστικοί κύκλοι αγωνιούν ώστε να εμφανιστεί αυτό το συμβάν ως μια ατυχής παρεκτροπή που θα τύχει αίσιας έκβασης. Το ίδιο απαιτεί και η πλειοψηφεία αρκετών φωνών που προέρχονται από το mainstream μετριοπαθές πολιτικό φάσμα καθώς αδυνατούν να δεχτούν ότι τετοια περιστατικά είναι δυνατόν να συμβαίνουν εν πρώτοις και κατόπιν να μην τυχαίνουν άμεσης επίλυσης. Η συνέχιση της δημοσιοποίησης του “προβλήματος” που ορίζεται και καθίσταται ως τέτοιο , ακριβώς λόγω της έκθεσης  του στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα , αναμφίβολα στάθηκε γεγονός ευνοϊκό πάνω από όλα για την ίδια την καθαρίστρια που με διαδικασίες εξπρες έγινε αναίρεση της αποφάσεως του εφετείου και  προσωρινή αποφυλάκιση της (για λογους  υγείας) μέχρι την επόμενη εκδίκαση της υπόθεσης. Στάθηκε επίσης αφορμή να πέσουν λίγο τα φώτα της δημοσιότητας πάνω σε ένα νόμο περί πλαστογραφησης δημοσίων εγγράφων, ο οποίος όμως ελάχιστα απασχόλησε ο ίδιος ως προβληματικός από μόνος του, ίσα ίσα θεωρήθηκε ότι υπήρξε φοβερά αυστηρή ερμηνεία του.  Ακόμα ανέδειξε κι ένα κομμάτι συντήρησης , μετριοπαθούς ή ακραίας , αρκετά μεγενθυμένο μάλιστα, που εκφράστηκε με σαφή και καννιβαλικό τρόπο υπέρ της εφαρμογής του ισχύοντος νόμου με σαφείς εχθρικές διαθέσεις προς την πλαστογράφο καθαρίστρια.

 

Όλα τα παραπάνω, όλες οι φωνές γύρω από την υπόθεση αυτή, που την ανέδειξαν , την έφεραν στο φως και μιλησαν για αυτήν αναγνωρίζοντας την ως πρόβλημα, στην πλειοψηφεία τους κινήθηκαν (και ίσως κινούνται γενικά)  γύρω από το ίδιο μοτίβο ενασχόλησης με τις δημόσιες ατζέντες, και δυστυχώς αυτό είναι το ” ασχολούμαστε με ότι πουλάει” και μάλιστα με  ότι πουλάει με Γουορχολικούς* όρους . Τι σημαίνει πρακτικά αυτό ομως;

Πολύ απλά ο λόγος που κατέληξε να σηκωθεί τόσο πολύ το θέμα στην επικαιρότητα δεν ήταν μόνο η κατάφορη αδικία που αναδεικνυόταν μέσα από αυτό, ούτε και η σκληρή δικαστική αναλγησία. Εξάλου τόσο η κοινωνική αδικία είναι παντού απλωμένη γύρω μας με πολύ χειρότερες αποτυπώσεις, ενώ η δικαστική αναλγησία έχει να επιδείξει πολλά ρεκορ στην καταστροφή ανθρώπινων ζωών και ψυχών.  Δεν ήταν ούτε καν η ταξικότητα της δικαιοσύνης η οποία αναδείχθηκε, ούτε και το βάρβαρο πρόσωπο της εξουσίας.   Στην πραγματικότητα επρόκειτο απλώς, και παρόλο που ακούγεται κυνικό είναι ωστόσο αλήθεια, για ένα θέμα που είχε όλα τα φόντα να ακουστεί γιατί ακριβώς μπορούσε να γίνει “γεγονός”  σε μια ευρύτερη πολιτική σκακιέρα παιγνίων με όρους λαϊκισμού. Αλλιώς θα είχε πάει άπατο σαν είδηση πέρα από δυο τρεις γραφικές φωνές καταγγελίας που πάντα φωνάζουν χωρίς κανείς να δίνει δεκάρα.

Κι αν αμφιβάλει οποιοσδήποτε δεν έχει παρά να αναρωτηθεί: πόσο πολύ ακούστηκε το γεγονός ότι την προηγούμενη βδομάδα μια 60χρονη επιπλοποιός προφυλακίστηκε για υπόθεση τρομοκρατίας, και συγκεκριμένα για ένα δέμα βόμβας που είχε σταλεί στη Γερμανίδα Κεγκαλάριο Μέρκελ το 2010 δηλαδή πριν 8 χρόνια, επειδή λέει βρέθηκε από τις γερμανικές αρχές αποτύπωμα της πάνω στο παγιδευμένο βιβλίο-δέμα; Πόσο πολύ ακούστηκε ότι μια μεγάλη γυναίκα, έχοντας φάκελο και αποτύπωματα για παλιότερα οικονομικά μπλεξίματα με την αστυνομία κατέληξε φυλακή για  μια ξεχασμένη υπόθεση τρομοκρατίας, μια υπόθεση σχεφόν δεκαετίας , κι ενώ η ίδια ισχυρίζεται ότι δεν έχει καμία σχέση και ότι απλά στο παρελθόν  υπήρξε βιβλιολάτρης και συλλέκτης παλλιών βιβλίων;  Πόσα κανάλια ασχολήθηκαν με την ιστορία της ζωής της, πόσοι πολιτικοί προέβησαν σε δηλώσεις για την αδικία εις βάρος της, πόσα κείμενα κυκλοφόρησαν ,  πόσα πανό κρεμάστηκαν, πόσοι δικαστικοί επέκριναν την δομική δυσλειτουργία του τρομονόμου ή έστω την αυστηρή ερμηνεία του,  που και ποιός ανώτατος λειτουργός της δικαιοσύνης έδρασε αποφασιστικά ώστε εντός βδομάδας η συγκεκριμένη γυναίκα να βρίσκεται εκτός των τοιχών ώστε να την υποδεχτούν κανάλια να την υποβάλουν σε ερωτήσεις για την περιπέτεια της;

Ερωτήσεις ρητορικές που ηχούν ομως αμείλικτα στο κενό υποβάλωντας ταυτόχρονα επιπλέον αμείλικτα ερωτήματα προς κάθε κατεύθυνση. Ποιά ζητήματα τελικώς επιλέγουμε να  αναδεικνύουμε  , με ποιούς όρους και κριτήρια, και κατά πόσο  καθορίζει τις επιλογές μας  η αντικειμενική υπόσταση των γεγονότων και κατα πόσο το επικοινωνιακό τους εκτόπισμα στην κοινή γνώμη. Μήπως εν τέλει ακόμα και τα κινηματικά αντανακλαστικά στην ανάδειξη προβλημάτων έχουν να κάνουν με την αναλογία λαϊκισμού έναντι ριζοσπαστισμού, με τα θέματα εκείνα που εμπεριέχουν πιο πολλές ριζοσπαστικές απολήξεις να τα τρώει η μαρμάγκα;

 

Φυσικά το σύστημα επιλέγει να αναδείξει εκείνα τα θέματα που ακόμα κι αν εκθέτουν μερικές πτυχές της δομικής του λειτουργίας, μπορεί πάντα πολύ εύκολα να κάνει τις απαραίτητες ντρίπλες ώστε να σώσει το ίματζ του σε ένα μέγαλο κομμάτι του κοινωνικού κορμού που τραμπαλίζεται μεταξύ προόδου και συντήρησης ώστε να ικανοποιηθεί το κοινό αίσθημα με μια ψευδαίσθηση ότι “μια στιγμιαία παρεκτροπή ήταν εντάξει,  όλα λειτουργούν καλά τελικά” . Τα θέματα εκείνα που δε μπορόυν να γίνουν το ίδιο εύκολα διαχειρίσημα πολύ απλά δε θα λυθούν τόσο εύκολα και ηχηρά γιατί προφανώς οι συνδηλώσεις που υποκρύπτονται μπορεί να προκαλέσουν περισσότερες ανεπιθύμητες επιπλοκές όπως τη γέννηση δυσσάραστεων συνειρμών για την αμείλικτη φύση της ίδιας της δημοκρατίας αυτής κάθε αυτής. Κι αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν πρέπει να απασχολεί και φυσικά δεν πρέπει να γίνεται ορατό.

 

 

 

 

* O Άντι Γουόρχολ ήταν Αμερικανός πολυσχιδής καλλιτέχνης, ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της Ποπ Αρτ.  Υπήρξε προσωπικότητα που άσκησε έντονη κριτική στην κοινωνία του θεάματος, της οποίας φυσικά ήταν μέλος. Καυτηρίασε το lifestyle και ας το έζησε εκ των έσω. Είχε πει πως στο μέλλον όλοι θα είναι διάσημοι για 15 λεπτά και πως μόδα θα είναι να είσαι ίδιος με όλους τους άλλους.

Χρειάζεται όμως πάντα και μια κάποια συμφωνία μεταξύ κυρίαρχου και κυριαρχουμενου

“Πράγματι, ένα σύστημα αποσταθεροποιείται μόνο αν επιτευχθεί η αλλαγή της ανθρώπινης συνείδησης. Κάποια στιγμή σταματήσαμε να συζητάμε το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ατόμων που ζουν εδώ, συμφωνούν με την καπιταλιστική ηθική. Μετά την αρχική φάση της δεκαετίας του ’70, κάποια από τις ομάδες θα έπρεπε να ασχοληθεί με αυτό το ζήτημα […] Υπάρχει μια συγκεκριμένη “ηθική συμφωνία” μεταξύ εκείνων που βρίσκονται από κάτω και εκείνων που βρίσκεται από πάνω. Πάνω σ’ αυτό βασίζεται το σύστημα. Τη δεκαετία του ’70 είπαμε πολλές βλακείες, όπως ότι η εξουσία βασίζεται αποκλειστικά στην καταστολή. Χρειάζεται όμως πάντα και μια κάποια συμφωνία μεταξύ κυρίαρχου και κυριαρχούμενου”

Karl-Heinz Dellwo , μέλος της ένοπλης επαναστατικής οργάνωσης RAF (Φραξια Κόκκινος Στρατός)

 

 

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τις αστικές μητροπόλεις μας. Ένα φάντασμα που στοιχειώνει τα μυαλά και τις καρδιές ενός βουβού πλήθους που καραδοκεί να δωθεί το σύνθημα για να ξαμοληθεί προς άγραν μιας καλύτερης τιμής ενός ή και περισσότερων καταναλωτικών προϊόντων. Είναι η μέρα που οι δρόμοι και οι είσοδοι καταστημάτων ξεχειλίζουν από ορδές στοιβαγμένων κορμιών που ποδοπατιούνται για να προλάβουν μια πιο γρήγορη εφόρμηση στους σύγχρονους ναούς του δυτικού πολιτισμού, και να προσφέρουν τις εισφορές τους δοξάζοντας την ιερή μέρα της νέας πρωτοκοσμικής θρησκείας των δυτικών κοινωνιών: του καταναλωτισμού. Είναι η μέρα των πολυδιαφημισμένων εκπτώσεων του Black Friday.
Για χρόνια το ελληνικό κοινό (ιδίως εκεινό το αριστεροπροοδευτικό που έχει μονίμως αυτήν τη  μπλαζέ υπεροπτική τάση να σνομπάρει ανελέητα ολόκληρο τον πληθυσμό των ΗΠΑ, θεωρώντας πως πρόκεται για τελειωμένα αμερικανάκια που δεν έχουν καποια ελπιδα σωτηρίας) διακήρυτε πως η αμερικανική ποπ κουλτούρα δε θα έχει καμιά τύχη στην ελληνική κοινωνία γιατί ο Ελληνικός λαός “ξέρει δεν πιάνεται κορόιδο”. Παρακολουθούσαμε λοιπόν για χρόνια αυτόν τον “λαό” που “ξέρει” να προσκυνά τη παλιά ορθόδοξη σοσιαλδημοκρατία, την ίδια ώρα που για πέντε δράμια κοινωνικής προόδου έπνιξε αυτόν τον τόπο στη γενικευμένη κοινωνική διαφθορά για πάνω απο 25 χρόνια.Είδαμε τον ίδιο “λαό” να αναγάγει σε εθνικη διασκέδαση την μπουζουκιάδα και το γλεντοκόπημα του νεοπλουτισμού στις πίστες. Είδαμε την σαπίλα και το εμετό των εκπομπών των ιδιωτικών καναλιών, πρωϊνάδικων, μεσημεριανάδικων, και κάθε λογής -άδικων , να πλυμμηρίζουν τα σαλόνια του ελληνικού “λαού” που “ξέρει” και να τον “ξεβλαχεύουν”. Είδαμε τα εμπορικά κέντρα που κατά τα άλλα το ευαίσθητο κριτήριο της ελληνικής κοινωνιάς θα απέριπτε να αρχίζουν να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια. Είδαμε κάθε είδους riality και talent shows που θα έπιαναν πάτο καθώς ” στην Ελλάδα δε μάσαμε από τέτοιες ξενόφερτες αηδίες” , να γίνονται top 1 στην ιεραρχία της εγχώριας μαζικής κουλτούρας με τα κανάλια να τρίβουν τα χέρια τους που χτύπησαν τέτοια φλέβα. Τέλος είδαμε για πάνω απο δυόμιση δεκαετίες την κυρίαρχη ιδεολογία να απλώνεται και να γιγαντώνεται απίστευτα πολύ μέσα στο κοινωνικό πεδίο, να γίνεται πλέον, όχι μόνο απο τα πάνω αλλά και οριζόντια, τόσο έυκολα οικειοποιήσιμη, να αποκτά μια νοσηρή παρουσία παντού, μέσα σε όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων. Κι αυτό μόνο με την επικράτηση του φαινομένου του καταναλωτισμού.

Και ναι το ξέρουμε ότι αυτή ειναι η λειτουργία του καπιταλισμού. Τα αφεντικά ωθούν αυτή την κατάσταση κι έχουν όφελος. Ναι τα αφεντικά είναι κακά. Αυτή είναι η φάση τους. Για αυτό είναι αφεντικα. Για αυτό έχουμε καπιταλισμό και όχι κάτι άλλο. Αλλά πότε θα μιλήσουμε για την ατομική ευθύνη της υιοθέτησης της κουλτούρας του καταναλωτισμού; Πότε επιτέλους θα σταματήσει να θεωρείται ελιτισμός να λες σκουπίδι το σκουπίδι που μπαίνει στο χ κατάστημα νιώθωντας ένας μικρός θεός μέσα σε ένα μικρό σύμπαν, όπου μπορεί να ταλαιπωρήσει, να προσβάλει, να ξεφτιλίσει έναν εργαζόμενο/η επειδή μπορεί. Επειδή δεν τον εξυπηρέτησαν καλά. Επειδή δεν του έφεραν τα ρούχα στο χρώμα που ήθελε, τα παπούτσια στο νούμερο που ήθελε, δεν την σέρβιραν στην ώρα που ήθελε , όπως ακριβώς ήθελε, επειδή ο καφές ήταν λίγο πιο πικρός, το λεμόνι στη βότκα λίγο παραπάνω και το φαγητό στο πιάτο λίγο πιο άνοστο. Επειδή η παραγγελία στη διαμερισματάρα του καθυστέρησε πέντε λεπτά παραπάνω και να μην ξαναγίνει. Κι ας βρέχει έξω με τους δρόμους να γλυστράνε, και ας μένει η ίδια πέντε δρόμους παρακάτω  και ας μην χρειάζεται ντε και καλά να βγάλει το παιδί του delivery έξω στους δρόμους. Κι ας έχει τουλάχιστον 10 νεκρούς στην κωλοδουλειά τα τελευταία δύο χρόνια. Κι ας πρέπει να δουλέψουν οι υπάλληλοι υπερωρίες τις λευκές νύχτες ή τις κυριακές ή μέρες επικών εκπτώσεων. Επειδή έτσι. Επειδη γίνεται. Επειδή μπορείς. Επειδή η νεα θρησκεία του καταναλωτισμού λέει ” ο πελάτης έχει πάντα δίκιο”. Κι έτσι ο πελάτης γίνεται ακόμα ένα αφεντικό και μάλιστα πολύ πιο τυραννικό και δεσποτικό. Γιατί πρέπει να βγάλει τα δικα του απωθημένα στον υπάλληλο. Επειδή το δικό της αφεντικό στο γραφείο της έβαλε τις φωνές. Επειδή ο δικός του προϊστάμενος στην δημόσια υπηρεσία του είπε να μην κάνει διάλειμμα δυο ώρες για τσιγάρο. Επειδή οτιδήποτε . Κι έτσι πέρα από τα παραδοσιακά αφεντικά έχουμε εκατοντάδες, χιλιάδες άλλα, με κλασσικό ύφος καταπιεσμένου τυράννου σου φωνάζουν, σου λένε ότι δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου, ότι αν δε σ αρέσει να παραιτηθείς, ότι μια δική τους κουβέντα στο αφεντικό ή μια συμπλήρωση μιας φόρμας ” δεν έτυχα καλής εξυπηρέτησης από το προσωπικό” αρκεί για να βρεθείς στο δρόμο. Για αυτό σκάσε και εξυπηρέτησε. Και προπάντον μη βρίσεις ποτέ τον πελάτη . Γιατί έχει δίκιο. Και γιατί είναι ελιτισμός να χαρακτηρίζεις τέτοια σκουπίδια σκουπίδια. Επειδή απλά είναι πολλά και η χωματερή μεγάλη και πρέπει να την πάρουμε με το μέρος μας.
Κάποια στιγμή λοιπόν ίσως να χρειαστεί να ξανααφουγκραστούμε λίγο τον παλμο της εποχής μας, να μετρηθούμε με τα δυναμικά κοινωνικά φαινόμενα του περιβάλλοντος μας , αυτά που υπάρχουν εκεί έξω και όχι αυτά που φαντασιωνόμαστε ιδεοληπτικά ότι υπάρχουν. Να αναλογιστούμε ότι αν μετά από 8 χρόνια οικονομικής κρίσης χιλιάδες τέτοια καταναλωτικά σκουπίδια δεν διαθέτουν την στοιχειώδη ενσυναίσθηση απέναντι στους εργαζόμενους που πρέπει να ανταπεξέρθουν σε μια τετοια μέρα, δεν είναι ελιτισμός να τα αποκαλείς με το όνομα τους: σκουπίδια.

* Ο Karl-Heinz Dellwo πολιτικοποιείται στη Γερμανική Αριστερά στα τέλη της δεκατίας του 1960. Το 1972 πηγαίνει στο Αμβούργο και ως μέλος της Κόκκινης βοήθειας έρχεται σε επαφή με παράνομα στελέχη της RAF. Την άνοιξη του 1973 συμμετέχει στην κατάληψη ενός σπιτιού στην Echoff Strasse η οποία εκκενώθηκε μετά από επιχείρηση ειδικής μονάδας της αστυνομίας με δακρυγόνα. Το σπίτι κατεδαφίζεται και ο Karl σε ηλικεία 21 χρονών φυλακίζεται ένα χρόνο τον οποίο περνάει στην απομόνωση. Μετά την αποφυλάκιση του συμμετέχει σε μια επιτροπή ενάντια στο βασανιστήριο της απομόνωσης , η οποία προέβαινε σε δράσεις αλληλεγγύης στους κρατούμενους της RAF. Μετά το θάνατο του απεργού πείνας Holger Meins το Νοέμβρη του 1974 ( μετά από 50 μέρες απεργία χωρίς καμιά ιατρική βοήθεια) κατά τη διάρκεια της τρίτης απεργίας πείνας των φυλακισμένων μελών της RAF στο Wittlich , θα ριζοσπαστικοποιηθεί παραπάνω. Τον Απρίλιο του 1975 θα συμμετάσχει στο κομάντο που καταλαμβάνει το γερμανικό προξενείο στη Στοκχόλμη με αίτημα την απελευθέρωση 26 πολιτικών κρατουμένων , μελών διαφόρων ενόπλων οργανώσεων. Η απόπειρα απέτυχε με έκβαση 4 νεκρούς , οι δύο μέλη του επιχειρησιακού κομάντο. Ο Karl συλλαμβάνεται και παραμένει κρατούμενους για 20 χρόνια μέχρι και τις 10/5/1995. Το απόσπασμα στην αρχή είναι από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της συνάντησης μελών της Γερμανικής εμπειρία του ένοπλου αγώνα όπως ο Karl και ο Ronald Mayer ( RAF) , ο Knut Folkers και η Gabriele Rollink ( Κίνημα 2 Ιούνη) με συντονιστή τη Halina Bentkoski. Η συνάντηση αυτή εντάσεται σε μια ευρύτερη σειρά μεγάλων συνεδρίων που έγινε σε μια προσπάθεια καταγραφής της “προφορικής ιστορίας” αναφορικά με την ένοπλη πάλη των δεκαετιών 70 και 80 σε Ιταλία και Γερμανία, που έλαβαν χώρα στη Ζυρίχη , και όπου συμμετείχαν είτε δια της παρουσίας τους ως ελεύθεροι είτε με επιστολές από τις φυλακές , αγωνιστές και απο τις δύο χώρες.

Πηγή:
ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΟΠΛΟ ΑΓΩΝΑ Διεθνής Συνάντηση για το Αντάρτικο Πόλεων στην Ιταλία και τη Γερμανία

Επιμέλεια Primo Moroni, Ig Rote Fabrik

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, 2002